ξαποστέλνω

ξαποστέλνω
ξαπόστειλα, ξαποστάλθηκα, ξαποσταλμένος, στέλνω μακριά, διώχνω έξω, απολύω: Ήρθε να μου ζητήσει δανεικά και τον ξαπόστειλα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ξαποστέλνω — ξαποστέλνω, ξαπόστειλα βλ. πίν. 208 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • ξαποστέλνω — βλ. εξαποστέλλω …   Dictionary of Greek

  • εξαποστέλλω — και ξαποστέλνω (AM ἐξαποστέλλω και ξαποστέλνω) στέλνω έξω, μακριά («ἐξαπέστειλαν πρεσβευτὰς πρὸς Ἀντίοχον», Πολ.) νεοελλ. ειρων. ξεπροβοδώνω κάποιο, τόν αποπέμπω βιαίως, τόν διώχνω, τόν ξεφορτώνομαι μσν. στέλνω πίσω αρχ. 1. αφήνω έναν αιχμάλωτο… …   Dictionary of Greek

  • στέλλω — ΝΜΑ, και στέλνω και στέρνω Ν αποστέλλω, πέμπω (α. «τού έστειλε πολλά χαιρετίσματα» β. «ἐς οἶκον σὸς λόγος στέλλει πάλιν», Αισχύλ.) νεοελλ. φρ. «στέλνω κάποιον στον διάβολο» διώχνω κάποιον με άσχημο τρόπο, τόν ξαποστέλνω νεοελλ. αρχ. ναυτ.… …   Dictionary of Greek

  • εξαφήνω — και ξαφήνω (AM ἐξαφίημι Μ και ἐξαφήνω) [αφίημι] 1. αφήνω, εγκαταλείπω, παραλείπω («ολίγα γράμματα έμαθα και τότε τά εξαφήκα», «ἐξάφει τὰ συχνὰ λουτρά») 2. αφήνω, λύνω, χαλαρώνω τα δεσμά μσν. νεοελλ. 1. εγκαταλείπω, παρατώ 2. αποκηρύσσω νεοελλ. 1 …   Dictionary of Greek

  • επιπροΐημι — ἐπιπροΐημι (Α) [προΐημι] 1. στέλνω, κατευθύνω, ξαποστέλνω κάποιον σ’ έναν τόπο («τὸν μέν... νηυσὶν ἐπιπροέηκα Ἴλιον εἴσω», Ομ. Ιλ.) 2. ρίχνω, εκσφενδονίζω …   Dictionary of Greek

  • σκορακίζω — Α 1. αποπέμπω κάποιον με περιφρόνηση, τόν ξαποστέλνω με βρισιές 2. (γενικά) συμπεριφέρομαι περιφρονητικά και υβριστικά. [ΕΤΥΜΟΛ. Σύνθ. «εκ συναρπαγής» από τη φρ. ἐς κόρακας (πρβλ. «[άι] στον κόρακα» βλ. λ. κόρακας)] …   Dictionary of Greek

  • εκπέμπω — εξέπεμψα, μτβ. 1. (για πρόσωπα), στέλνω κάποιον μακριά, τον ξαποστέλνω. 2. (για πράγματα), βγάζω από μέσα μου, ρίχνω κάτι μακριά μου, διαχέω: Ο ήλιος εκπέμπει φως και θερμότητα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”